Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ και οι Αμερικανοτουρκικές Σχέσεις

Του Ελευθερίου Λαδά:

Στην Ελλάδα, η έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας είναι η απαρχή όλων των λανθασμένων αναγνώσεων της διεθνούς πολιτικής. Το ελληνικό μιντιακό σύστημα και μαζί και η πολιτική ελίτ, αντί να επικεντρώνουν τις δυνάμεις των, στην κατανόηση του Αμερικανικού παράγοντα, ασχολούνται πρωτίστως με το πιασάρικο και λαϊκίστικο “που το πάει ο Ερντογάν;”, την στιγμή που κάθε απόγευμα, ο “μέγας ηγέτης” βρίσκεται στα σαλόνια μας, μιλώντας την ευήκοη τουρκική γλώσσα, εν είδει διαγγέλματος, μέσω των τηλεοπτικών δεκτών.

Ενεργειακή ομηρία και στο βάθος… πυρηνικά

Αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό, είναι το γεγονός ότι η Διοίκηση Μπάιντεν, στην προσπάθειά της για ανάσχεση της Κίνας, αποφάσισε να μετατοπίσει το ενδιαφέρον της, από την Άγκυρα στην Τεχεράνη. Το κατά πόσο κάτι τέτοιο είναι συνετή επιλογή ή μη, θα φανεί στο εγγύς μέλλον. Παρά την εναντίωση του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στην προσέγγιση με το Ιράν, εδώ κάπου τέμνονται αμφότερες οι προσεγγίσεις της αμερικανικής γραφειοκρατίας. Η Τεχεράνη αποτελεί κλειδί στο δόγμα του double containment (διπλή ανάσχεση) Μόσχας – Πεκίνου, γεγονός που αποδεικνύεται και από την πρόσφατη επίσκεψη Πούτιν στο Τατζικιστάν, που αποτελεί την πρώτη του επίσκεψη σε τρίτο κράτος, μετά την 24η Φεβρουαρίου.

web_China – US cold war

Ταυτόχρονα, η σχιστολιθική επανάσταση και η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, δημιούργησαν την ανάγκη για απεμπλοκή από την εκτεταμένη παρουσία στην Μ. Ανατολή και το Δόγμα Μπούς, επιτάσσοντας μία επιστροφή στο δόγμα Νίξον, δηλαδή στην εξεύρεση υπεράκτιων ισορροπιστών (offshore balancer) και στην χρήση της τριγωνικής διπλωματίας. Η ρεαλιστική στροφή των ΗΠΑ στις πάλαι ποτέ ψυχροπολεμικές έννοιες, της αποτροπής και ανάσχεσης (deterrence & containment) απαιτεί ανάπτυξη και εμβάθυνση των συμμαχικών σχέσεων των ΗΠΑ ακόμη και πέρα από το ΝΑΤΟ (βλ. Ινδία).

Όσο λοιπόν, η αμερικανική επιρροή ξεπερνά την νατοϊκή “ομπρέλα”, η Τουρκία θα πρέπει να βρει νέους τρόπους να “πείσει” ότι την χρειάζονται, περισσότερο από ότι τους χρειάζεται. Η οικονομική και δημογραφική συρρίκνωση, κάθε άλλο παρά ενισχυτικά λειτουργούν, για μία δύναμη μεσαίου βεληνεκούς όπου πλέον καλείται να ανταγωνιστεί μεγέθη όπως η Ινδία και το Ιράν και όχι failed states σαν την Συρία και το Ιράκ.

Για να βάλουμε τα πράγματα σε μία σειρά, αυτό που απέσπασε ο Ερντογάν, στην σύνοδο του ΝΑΤΟ, ήταν υποσχέσεις. Η συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν ήρθε στα πλαίσια της συνόδου του ΝΑΤΟ, δύο σχεδόν χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τζο Μπάιντεν και αφού κατ’ επανάληψη αρνήθηκε να τον δει, παραπέμποντάς τον στο Κογκρέσο. Όσο η Τουρκία βρίσκεται στον CAATSA, η παραλαβή ή όχι των F-16, είναι στα χέρια του Κογκρέσου, του οποίου η σύνθεση πιθανώς να αλλάξει μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα κατέθεσε επίσημο αίτημα για την αγορά των F-35, πρόγραμμα από το οποίο, η Τουρκία είναι εξίσου προσωρινά αποκλεισμένη.

Η Τουρκία ως Pivot State στον Νέο Παγκόσμιο Ανταγωνισμό

Ως μέλος του ΝΑΤΟ, κάποια στιγμή αναπόφευκτα η Τουρκία θα πάρει τα F-16. Αυτό στο οποίο πρέπει να επικεντρωθούμε, είναι πως θα επιτύχουμε την εμβάθυνση και διεύρυνση των συμμαχιών με την ταυτόχρονη κάλυψη του εξοπλιστικού κενού που δημιούργησε η κρίση. Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, αν και πήρε μία δεκαπενταετία, έχουν επαναξιολογηθεί μετά την αγορά των S-400, τουλάχιστον στον βαθμό, όπου η μισή και πλέον αμερικανική γραφειοκρατία, να βλέπει με καχυποψία τουλάχιστον την Άγκυρα, με τις μεταξύ των σχέσεις να χρειάζονται χρόνια ώστε να επανέλθουν στην πρότερη μορφή τους. Η εμμονική ενασχόληση με το “που το πάει ο Ερντογάν” αποπροσανατολίζει την Ελληνική Εξωτερική Πολιτική, καταδικάζοντας την σε μία αντιδραστική (reactive) στάση, επιτρέποντας στην Τουρκία να χαράσει πολιτική (βλ.τουρκολιβυκό μνημόνιο, turkaegean) με την Ελλάδα, να “τρέχει μονίμως να προλάβει” τις εξελίξεις.

Array